ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΟΣΦΥΪΚΗΣ ΜΟΙΡΑΣ

ΟΣΦΥΑΛΓΙΑ



Οσφυαλγία σημαίνει πόνος στη μέση. Αποτελεί σύμπτωμα πολλών παθήσεων και όχι πάθηση. Περίπου το 80% των ανθρώπων θα εμφανίσουν πόνο στη μέση τουλάχιστο μια φορά στη ζωή τους.

Αίτια

Μυοσυνδεσμική βλάβη
Εκφυλιστική σπονδυλαρθροπάθεια
Δισκοκήλη
Σπονδυλολίσθηση
Στένωση του σπονδυλικού σωλήνα

Άλλα Αίτια

Οστεοπόρωση
Αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα
Μικροβιακοί παράγοντες
Νεοπλασματικά νοσήματα κ.α.


* Από όλα τα αίτια της οσφυαλγίας συνηθέστερο είναι τα "μηχανικά", που είναι υπεύθυνα για το 90% και πλέον των περιπτώσεων οσφυαλγίας.
Όταν η οσφυαλγία οφείλεται σε δισκοκήλη ή σπονδυλολίσθηση μπορεί να συνοδεύεται από ισχιαλγία, λόγω πίεσης κάποιας ρίζας του ισχιακού νεύρου.

ΙΣΧΙΑΛΓΙΑ



Ισχιαλγία ονομάζουμε κάθε είδους πόνο και σύνολο συμπτωμάτων κατά μήκος του ισχιακού νεύρου ανεξάρτητα από το είδος του αίτιου που το προκάλεσε.
Το Ισχιακό νεύρο είναι το μακρύτερο και παχύτερο νεύρο του ανθρωπίνου σώματος με περίπλοκη ανατομική πορεία. Σχηματίζεται στην Οσφυϊκή μοίρα της Σπονδυλικής Στήλης κυρίως από τις νευρικές ρίζες (Δεξιά και Αριστερά) Ο5 (Ο4-Ο5) / Ι1 (Ο5-Ι1) / Ι2 / Ι3, αλλά λαμβάνει και αναστομωτικούς κλάδους από τις ρίζες Ο2 / Ο3 / Ο4.

Οι βλάβες του Ισχιακού νεύρου:

Οι πιεστικές βλάβες ή βλάβες από τριβή
Βλάβες από τραυματισμό (θλάση)


Αν εξαιρέσουμε τις κήλες μεσοσπονδυλίου δίσκου στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης και την πλάγια σπονδυλική στένωση επί εκφυλιστικής δισκοπάθειας πού είναι τα κυριότερα αίτια ισχιαλγίας, τότε όλες οι άλλες περιπτώσεις είναι πιεστικές βλάβες στο γλουτό π.χ. πολύωρο ταξίδι σε άβολη θέση, από ύπνο σε σταθερή θέση, πίεση του ισχιακού νεύρου.
Στις περιπτώσεις αυτές πρόκειται για διαταραχή της λειτουργίας του νεύρου από ισχαιμία των αγγείων του (Vasa neurorum). Βλάβες από τριβή έχουμε από τη λειτουργία των μυών του γλουτού ιδίως σε υπεραθλούμενους αθλητές ή σε περιπτώσεις δυσπλασίας των μυών των στροφέων του ισχίου και του γλουτού.

ΚΗΛΗ ΜΕΣΟΣΠΟΝΔΥΛΙΟΥ ΔΙΣΚΟΥ



H κήλη μεσοσπονδυλίου δίσκου είναι συνηθισμένη πάθηση κυρίως στην οσφυϊκή μοίρα αλλά και τις λοιπές μοίρες της σπονδυλικής στήλης. Την ίδια στιγμή αποτελεί και είναι η πιο συχνή αιτία πόνου τόσο στα άνω όσο και στα κάτω άκρα. Οι μεσοσπονδύλιοι δίσκοι βρίσκονται ανάμεσα στους σπονδύλους και ουσιαστικά απορροφούν τους κραδασμούς της σπονδυλικής στήλης. Κάθε δίσκος είναι σκληρός από έξω (ονομάζεται ινώδης δακτύλιος) και εσωτερικά περιέχει ένα μαλακό πυρήνα, που ονομάζεται πηκτοειδής πυρήνας.

Η κήλη του δίσκου δημιουργείται όταν ο σκληρός δακτύλιος σχιστεί και ο πυρήνας από το εσωτερικό του δίσκου γλιστρήσει μέσα στον σπονδυλικό σωλήνα και πιέσει κάποιο νεύρο. Εκτός από την μηχανική πίεση, ο πηκτοειδής πυρήνας ερεθίζει με χημικούς τρόπους τα νεύρα, προκαλώντας φλεγμονή και πόνο. Οι περισσότερες κήλες δίσκου προκύπτουν ως αποτέλεσμα απότομου stress, λόγω ατυχήματος (άρση βάρους ή στροφή και κάμψη της μέσης) αλλά επίσης μπορεί να δημιουργηθούν σταδιακά με το πέρασμα των χρόνων.
Στις βαρύτερες περιπτώσεις αλλοίωσης του δίσκου, ο ινώδης δακτύλιος παθαίνει τέλεια ρήξη, ο πηκτοειδής πυρήνας μπαίνει μέσα στον νωτιαίο σωλήνα και προκαλείται πίεση της ρίζας του νεύρου, στο ίδιο ύψους με τη βλάβη ή χαμηλότερα. Σε αυτήν την περίπτωση προκαλείται οίδημα ή και φλεγμονή με αποτέλεσμα τον οξύ πόνο στις κινήσεις.
Η δισκοκήλη συμβαίνει κατά κανόνα στην οσφυϊκή μοίρα ("μέση") και κυρίως στους σπονδύλους 05 και Ι1 (5ος οσφυϊκός - 1ος ιερός) και σπανιότερα στους Ο4 - Ο5. Κύριο αίτιο της δισκοκήλης είναι οι βιοχημικές αλλοιώσεις που προκαλούνται στο μεσοσπονδύλιο δίσκο. Ο τραυματισμός θεωρείται πλέον το εκλυτικό αίτιο (δηλαδή η αφορμή για να συμβεί η δισκοκήλη).


Ανάλογα με το επίπεδο, στο οποίο εξελίσσεται μια δισκοκήλη, τα ενοχλήματα και η περιγραφή της ισχιαλγίας είναι διαφορετικά:
Όταν η δισκοκήλη εντοπίζεται στο επίπεδο μεταξύ 3ου και 4ου οσφυϊκού σπονδύλου, τα ενοχλήματα οφείλονται στον ερεθισμό της 4ης οσφυϊκής ρίζας του ισχιακού νεύρου και περιγράφονται σαν αιμωδίες (μυρμηγκιάσματα) ή και άλγος στην εξωτερική επιφάνεια του μηρού, αδυναμία να τεντωθεί το γόνατο, ατροφία του τετρακεφάλου μυός και κατάργηση του τενόντιου αντανακλαστικού της επιγονατίδας.
Όταν η δισκοκήλη εντοπίζεται στο επίπεδο μεταξύ 4ου και 5ου οσφυϊκού σπονδύλου, τα ενοχλήματα οφείλονται στον ερεθισμό της 5ης οσφυϊκής ρίζας του ισχιακού νεύρου και περιγράφονται σαν αιμωδίες ή και άλγος στην οπίσθια επιφάνεια του μηρού και στην εσωτερική επιφάνεια της κνήμης, με αδυναμία ραχιαίας έκτασης του ποδιού.
Όταν η δισκοκήλη εντοπίζεται στο επίπεδο μεταξύ 5ου οσφυϊκού σπονδύλου και του ιερού οστού, τα ενοχλήματα οφείλονται στον ερεθισμό της 1ης ιερής ρίζας και περιγράφονται σαν αιμωδίες ή και άλγος στην οπίσθια επιφάνεια του μηρού και την εξωτερική επιφάνεια της κνήμης, ατροφία της γάμπας, αδυναμία πελματιαίας κάμψης του ποδιού και κατάργηση του αντανακλαστικού του αχιλλείου τένοντα.
Στη σπάνια περίπτωση που η δισκοκήλη είναι μαζική, μπορεί να ενοχλήσει περισσότερες από μια ρίζες, καθώς και στελέχη του αυτόνομου νευρικού συστήματος τα οποία συμπορεύονται εκεί. Το αποτέλεσμα τότε είναι ιδιαίτερα δυσάρεστο. Εμφανίζεται το διαβόητο σύνδρομο της ιππουρίδας, δηλαδή η πλήρης σχεδόν παράλυση του ισχιακού νεύρου και στα δύο άκρα, μαζί με ορθοκυστικές διαταραχές (απώλεια κοπράνων και ούρων, εξ αιτίας ελλιπούς ελέγχου των σφιγκτήρων). Η κατάσταση αυτή θεωρείται κρίσιμη και αντιμετωπίζεται άμεσα, ως κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Τυπικός πόνος δισκοκήλης είναι η ισχιαλγία, η οποία εμφανίζεται με οξύ πόνο που ξεκινάει από το γλουτό και αντανακλά στο πόδι της αντίστοιχης πλευράς. Στην περίπτωση κήλης στην οσφυϊκή χώρα, παρουσιάζεται οσφυαλγία, η οποία επιδεινώνεται όταν πραγματοποιούνται συγκεκριμένες ενέργειες, για παράδειγμα, όταν κανείς κάθεται, βήχει ή φταρνίζεται. Εκτός από τον πόνο, μπορεί να υπάρχει αδυναμία και μείωση της ευαισθησίας κατά μήκος της πορείας του νεύρου.
Στην περίπτωση κήλης ενός αυχενικού δίσκου, τα συμπτώματα μπορεί να εκδηλώνονται στο λαιμό, στον ώμο και στο βραχίονα. Η συμπίεση των νευρικών δομών επιφέρει, παράλληλα με τον πόνο και την αδυναμία στο ένα ή και στα δύο πόδια, συμπτώματα στην ουροδόχο κύστη και στο έντερο, με την εμφάνιση ακράτειας ή δυσκολιών κατά την ούρηση, απώλεια της ευαισθησίας στην περιπρωκτική περιοχή και στο εσωτερικό των μηρών και μείωση της κινητικότητας.